Γεννήθηκε στη Σύρο, στο νησί που του άρεσε όσο μεγάλωνε, το θαύμαζε και σύντομα αυτό το νησί πέρασε και στη ζωγραφική του. Το βλέμμα του είχε περιπλανηθεί στην καταγάλανη θάλασσα και στα χαμηλά βραχώδη βουνά της ιδιαίτερης και πολύ αγαπητής πατρίδας του. Όλα αυτά τα θέματα που τον ενθουσίαζαν, έγιναν το σήμα κατατεθέν της πρώτης δουλειάς του. Όσο μεγάλωνε καταλάβαινε ότι μαζί με τα μικρά βουνά δεν θα ήταν δυνατόν να μην υπήρχαν τα ασβεστωμένα νησιώτικα σπίτια και τα κάτασπρα εκκλησάκια, τα οποία χαιρόταν όταν έβλεπε και κατόρθωσε να τα “αποθανατίσει” (όπως είχε πει), σε πολλά έργα του. Ξεκινούσε κάθε έργο του στο ατελιέ, που έβλεπε απευθείας τη θάλασσα. Εκεί του άρεσε να συγκεντρώνεται πνευματικά, καθώς η φύση ένοιωθε ότι όριζε βιωματικά την αισθητική του. Γεννήθηκε το 1940 και μεγάλωσε στη Σύρο, αλλά η ζωγραφική πορεία του τον οδήγησε από την Αθήνα, που είχε φθάσει, στην Τεχεράνη. Επέστρεψε τα τελευταία χρόνια στο αγαπημένο του νησί, τη Σύρο, όπου ως μαθητής έφτιαξε τρία αγριολούλουδα, που ήταν το κύριο στοιχείο της ζωγραφικής του. Αρχίζουν τα έργα του να γεμίζουν από αντικείμενα, παπαρούνες, γυάλινα ανθοδοχεία, πεταλούδες, άλογα, φρούτα και διάφορες άλλες φιγούρες. Όπως ανέφερε: “Η ζωγραφική, είναι για μένα μια ερωτική πράξη. Θέλω να κατακτήσω ότι οραματίστηκα. Θέλω να κατακτήσω και να ζωγραφίσω ότι οραματίστηκα. Στα έργα που υπάρχουν, στοιχεία από το περιβάλλον και οι τοποθετήσεις των αντικειμένων έχουν μια σκηνοθετική ταξινόμηση. Από το πάνω εργαστήριο όπου ζωγραφίζω, κοιτάζω τη θάλασσα κι έπειτα βγαίνω στη βεράντα, όπου έχω καλλιεργήσει ορχιδέες. Η σχέση μου με τη φύση και την αρμονία της κρατάει από τα παιδικά μου χρόνια, όταν έσκαβα και κατέφευγα στους αγρούς, κάνοντας σχέδια στη φαντασία μου.” Γεννήθηκε στη Σύρο και μεγάλωσε στο νησί και το είχε αγαπήσει από μικρό παιδί. Ιδιαίτερα τον ενθουσίαζε ο εξωτερικός χώρος του νησιού και ιδιαίτερα η άνοιξη όταν τα υπέροχα και πανέμορφα αγριολούλουδα με τα υπέροχα χρώματά τους γέμιζαν τους χώρους σε όλα τα χωριά. Ιδιαίτερα είχε ενθουσιαστεί από πολύ νέος, όταν βρισκόταν με τους γονείς του στα χωριά την άνοιξη και έβλεπε τις παπαρούνες που άνθιζαν. Έλεγε τότε στους φίλους τους: “Η παπαρούνα είναι το πιο αγαπημένο μου λουλούδι. Είμαι ευτυχής γιατί αυτή την εποχή ο κήπος μου εδώ στη Σύρο είναι γεμάτος. Ο μόνιμος καβγάς μου με τον κηπουρό είναι να μην τις βγάζει όταν φυτρώνουν δίπλα στα δέντρα, Αγαπώ πολύ το κόκκινο χρώμα τους.” Είναι απίστευτο για το πως είχε μιλήσει για την παπαρούνα. Και είχε πει: “Ανακάλυψα ή μάλλον πρόσεξα τις παπαρούνες το 1963 στη Μυτιλήνη, όταν είχαμε πάει με τον Γιάννη Τσαρούχη για να επιμεληθούμε τα έργα του Θεόφιλου για το μουσείο Τεριάντ. Το λουλούδι αυτό έχει μια ιερότητα, μια συνέχεια. Το κοιτάω με δέος. Έχει φόρμες και πολλές αποχρώσεις, από το βαθύ σκούρο κόκκινο ως το πορτοκαλί σχεδόν. Επειδή είναι άγριο λουλούδι δεν του δίνουμε σημασία, αλλά για μένα έχει κάτι το αυτοκρατορικό.”
Η εκθεσιακή δραστηριότητα του Μακρουλάκη
Είχε αρχίσει τις εκθέσεις του το 1963 με λίγες αλλά πολύ ενδιαφέρουσες ατομικές εκθέσεις στην Αθήνα, στην Τεχεράνη και στην Κολωνία και με αρκετές συμμετοχές σε ομαδικές, αν και οι προτάσεις που του γίνονταν, ήταν πολύ περισσότερες. Οι περισσότερες μεγάλες εκθέσεις του, έπαιρναν θέση στο Μουσείο Αρχαίας Κυκλαδικής Τέχνης του Ιδρύματος Νικολάου και Ντόλλυς Γουλανδρή και η δεύτερη στο “γενέθλιο” νησί του τη Σύρο. Είχε γράψει τότε: “Στην Αίθουσα Τέχνης Ερμούπολης παρουσιάζω περισσότερα από 50 έργα μου. Πρόκειται για έναν εκπληκτικό χώρο δίπλα στο σπουδαίο κτίριο του Δημαρχείου της Ερμούπολης, του Τσίλερ, όπου παρουσιάζονται ενδιαφέρουσες εκθέσεις σύγχρονων Ελλήνων καλλιτεχνών. Η τωρινή μου έκθεση οργανώνεται από τον Κώστα Ιωαννίδη για τον Δήμο Ερμούπολης.” Ο Μακρουλάκης ζούσε ανάμεσα στην Αθήνα και τη Σύρο. Και στα δύο του σπίτια κυρίαρχο χώρο είχε το ατελιέ του. Δεν ζούσε απομονωμένος αλλά αντίθετα βύθιζε το βλέμμα του μέσα στον κόσμο. Ο πολύ σημαντικός Άγγελος Δεληβορριάς που θαύμαζε πάντοτε τη ζωγραφική του Μακρουλάκη είπε τότε τη φράση: “ Σαν να μετουσιώνει ότι απορροφά η όραση σε εμπειρία της αφής. Έτσι ο ζωγραφικός του κόσμος γίνεται ο μάρτυρας της προσωπικής του αλήθειας.”